.

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΕΣ ΣΥΓΚΕΝΤΡΩΣΕΙΣ ΚΑΘΕ ΤΕΤΑΡΤΗ ΣΤΙΣ 20:00 ΣΤΑ ΓΡΑΦΕΙΑ ΤΗΣ ΛΑΙΚΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ Δ.ΩΡΑΙΟΚΑΣΤΡΟΥ
Λεωφόρος Δημοκρατίας 19


Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2017

Τι εννοούμε με τον όρο «κοινωνικό κεφάλαιο»;

Στις Θέσεις της ΚΕ του ΚΚΕ για το 20ό Συνέδριο αναφέρεται ο όρος «κοινωνικό κεφάλαιο». Τι ακριβώς σημαίνει ο όρος; Τι εννοούμε όταν αναφερόμαστε σε αντιφάσεις στην κίνηση του κοινωνικού κεφαλαίου;
Η αναφορά σε κοινωνικό κεφάλαιο προσδιορίζει πως αναφερόμαστε στο συνολικό κεφάλαιο της καπιταλιστικής κοινωνίας (1), στο συνολικό κεφάλαιο ενός αστικού κράτος σε αντιδιαστολή με το «ατομικό» κεφάλαιο ενός ξεχωριστού καπιταλιστή.
Ωστόσο, προτού αναφερθούμε στο περιεχόμενο του όρου «κοινωνικό κεφάλαιο», αξίζει να υπενθυμίσουμε το περιεχόμενο του όρου «κεφάλαιο».
Μερικές φορές, το κεφάλαιο γίνεται αντιληπτό ως ένα χρηματικό ποσό. Πρέπει να έχουμε ξεκάθαρο πως ένα χρηματικό ποσό που βρίσκεται, π.χ. σε μια τραπεζική θυρίδα, ή σε ένα σεντούκι θαμμένο στο χώμα δεν λειτουργεί ως κεφάλαιο, αφού δεν αυτοαυξάνεται.
Ουσιαστικό χαρακτηριστικό και στόχος του κεφαλαίου, χωρίς το οποίο δεν αποτελεί κεφάλαιο, είναι να αυτοαυξάνεται, να επιστρέφει πίσω στον κάτοχό του προσαυξημένο.
Πίσω από την «αυτοαύξηση» του κεφαλαίου κρύβεται η ουσία της εκμετάλλευσης, δηλαδή η απόσπαση υπεραξίας απ' τον εργάτη. Ο κεφαλαιοκράτης αγοράζει την εργατική δύναμη του εργάτη με τον μισθό. Ο εργάτης, ενώνοντας την εργασία του με τα μέσα παραγωγής που ανήκουν στον κεφαλαιοκράτη παράγει ένα εμπόρευμα με αξία μεγαλύτερη απ' την αξία που του πλήρωσε ο κεφαλαιοκράτης, ένα εμπόρευμα που όμως ανήκει στον κεφαλαιοκράτη. Ετσι, πηγή του κέρδους κάθε κεφαλαίου είναι αυτή η διαφορά της αξίας, η υπεραξία και παράγεται μόνο απ' το κεφάλαιο που είναι επενδυμένο στη σφαίρα της βιομηχανίας(2). Αφού στον καπιταλισμό στόχος κάθε δραστηριότητας είναι το κέρδος, όταν μια δραστηριότητα δεν επιτυγχάνει ικανοποιητικό κέρδος, αντίστοιχο με το κεφάλαιο που έχει επενδυθεί σ' αυτήν, αυτή σταματά.
Το κοινωνικό κεφάλαιο είναι το συνολικό κεφάλαιο της καπιταλιστικής κοινωνίας. Εξετάζοντας την έννοια «κοινωνικό κεφάλαιο» και την ανάπτυξή του πρέπει να βλέπουμε τις αντιφάσεις που περικλείει.
Απ' τη μία, το κοινωνικό κεφάλαιο λειτουργεί συνολικά απομυζώντας υπεραξία απ' την εργατική τάξη, υπεραξία που στη συνέχεια διανέμεται σ' όλα τα επιμέρους κεφάλαια που το συνιστούν, αμείβοντάς τα με ένα κέρδος ανάλογο με το μέγεθός τους. Συγχρόνως, ένα μεγάλο μέρος των κερδών επανεπενδύονται, γίνονται νέο, πρόσθετο κεφάλαιο και το κοινωνικό κεφάλαιο συσσωρεύεται, αυξάνεται σε μέγεθος. Παράλληλα, τα επιμέρους κεφάλαια που συγκροτούν το κοινωνικό κεφάλαιο βρίσκονται σε μια στενή αλληλοσύνδεση και ανταγωνισμό μεταξύ τους. Το «προϊόν» του ενός είναι πρώτη ύλη, ή μέσο παραγωγής για ένα άλλο, ενώ οι εργάτες του ενός είναι καταναλωτές των εμπορευμάτων που παράγει το άλλο. Η αναπαραγωγή του κοινωνικού κεφαλαίου απαιτεί πολύ συγκεκριμένες σχέσεις ανάμεσα στα ξεχωριστά μέρη του.
Απ' την άλλη, τα επιμέρους ατομικά κεφάλαια που συγκροτούν το κοινωνικό κεφάλαιο βρίσκονται σε καθεστώς μόνιμου, συνεχούς ανταγωνισμού, που οξύνεται περαιτέρω στη φάση του μονοπωλιακού καπιταλισμού. Κάθε ξεχωριστό κεφάλαιο επιδιώκει να κερδίσει στον αγώνα του με τους ανταγωνιστές τους, τόσο στον ίδιο κλάδο όσο και σε όλους τους υπόλοιπους. Κριτήριο κάθε ξεχωριστού κεφαλαίου είναι το ποσοστό κέρδους που μπορεί να πετύχει. Με βάση αυτό το κριτήριο κινείται, επενδύεται, αλλάζει κλάδο, περιοχή και σφαίρα δραστηριότητας, χωρίς να υπολογίζει, ή να μπορεί να υπολογίσει, τις επιπτώσεις στο συνολικό κεφάλαιο.
Έτσι, η κίνηση του κοινωνικού κεφαλαίου είναι αντιφατική. Οι αντιφάσεις αυτές είναι πλευρές της βασικής αντίθεσης του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, ανάμεσα στον κοινωνικό χαρακτήρα της παραγωγής και της καπιταλιστικής ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής. Η όξυνσή τους οδηγεί στην περιοδική εκδήλωση των καπιταλιστικών κρίσεων.
Παραπομπές:
1. Ουσιαστική ανάπτυξη του ζητήματος του κοινωνικού κεφαλαίου γίνεται στον τ. 2 του «Κεφαλαίου» του Μαρξ, 3ο μέρος.
2. Σημειώνουμε πως στη βιομηχανία εντάσσονται γενικά όλοι οι κλάδοι όπου παράγεται υπεραξία. Η βιομηχανία δεν περιορίζεται στη μεταποίηση. Μεγάλα τμήματα μιας σειράς κλάδων (π.χ. μεταφορές, τηλεπικοινωνίες κ.λπ.) παράγουν υπεραξία και με τη μαρξιστική έννοια εντάσσονται στη βιομηχανία.